Skip to main content

Εκεί που κτυπάει η πρώτη ακτίνα του Ήλιου” Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ ΑΙΠΥΤΟΥ

aoristies-placeholder image


%25CE%25B1%25CE%25B9%25CF%2580%25CF%2585%25CF%2584%25CE%25BF%25CF%2582Ο θρύλος του Βασιλιά Αίπυτου
“…Οί δ’ έχον Αρκαδίην υπό Κυλλήνης όρος ,
Αιπύτιον παρά τύμβον, ιν’ ανέρες αγχιμαχηταί,
οί Φενεόν τ’ ενέμοντο… Στύμφηλόν τ’ είχον…”
(ΟΜΗΡΟΥ – Ιλιάδα Β, 605 – 608)
Από το Κιάτο ή από το Δερβένι (διαμέσω του δρυμού του Σαραντάπηχου) ανεβαίνουν δύο δρόμοι στριφογυριστοί και ενίοτε κακοτράχαλοι που σφιχταγκαλιάζουν γλυκά τους ορεινούς όγκους, σα να τους καλοπιάνουν ν΄ανοίξουν για χάρη του ταξιδιώτη, ξορκίζον��ας τους
αφορεσμούς που προστατεύουν το νυμφώνα που κείτεται στη ρίζα τους …τη καλοφυλαγμένη παστάδα της Στυμφαλίας λίμνης που δροσίζει τον καλό της Αίπυτο στη σπηλι�� του .
—Αίπυτος …..σαν ίσκιος στοιχειώνει ακόμα τα πολυδαίδαλα μονοπάτια των βοσκών και των ξομάχων της Στυμφαλίας, της Γκούρας και του Φενεού και κάνει τα μάτια να θαμάζουν απ’ τις διηγήσεις τα βράδια του χειμώνα…
΄΄…..θάμουν δε θάμουν το πολύ ως 10. Χειμώνιαζε και μαζεύαμε τα πράματα στη στάνη πριν νυχτώσει. Κείνη τη μέρα είχα πάει στο στανοτόπι με τα πρόβατα μα πρεπε να γυρίσω νωρίς να μη με πιάσει η μπόρα που ‘ρχότανε και να ζεσταθώ στον τζάκη –ξύπόλητη η έρμη -. Όσο να σφυρίξω να τα μαζέψω με τα σκυλιά ..ξέσπασε το καταριακό ! Αστραποβρόντια και μαυρίλα ως κει που ΄φτανε το μάτι σου. Τα γίδια σκιαχτήκανε , κι έτρεχα μες τη βροχή με το σκυλί να τα σαλαγήσω μα κάκου, φύγανε ολούθε. Τα ‘χασα , άμα δε τα ΄βρισκα θα με σκότωνε ο πατέρας μου. Μούσκεμα έτρεχα με το σκυλί από κοντά σα χαμένο μπας και τα μαζέψω ως που΄πεσε ο κεραυνός κοντά….Μανούλα μου….σκιάχτηκα –τι να ‘κανα; παιδούλι ήμουν. Το σκυλί άρχισε να τρέχει στο βουνό και το πήρα και γω στη λαχτάρα μου κατόπι να μπούμε σε μια κόχη στη ράχη μπροστά μας. Εκεί απάγκιασα και μούσκεμα όπως ήμουν έγειρα κι έκλαιγα από φόβο , απ’ όξω βροντές βροχή και σκοτάδι , τα πράματα χαμένα, ‘γω μούσκεμα να κρυώνω και να πεινάω . Το ‘δα μια στιγμή που σφούγγιζα τα μάτια μου, σα να φέγγιζε βαθιά στην κόχη.
—Άπραγο που ΄μουν δε μου κοψε να σκιαχτώ-κι ας ήξερα για τις νεράϊδες που βγαιναν στα αλώνι-, μόνο πήγα να δω .
—Έλαμπε σαν ήλιος κι άστραφτε , απάνω στο άρμα του και κράταγε τα γκέμια και γύρω του ήτουνε σα να τρέχουνε τα σκυλιά του, ως κι ο σαπίτης που τον φαρμάκωσε ήταν.
—Τό ΄χε πει ένα βράδι η μάνα μου κι απέ κι οι άλλες στο χωριό, για τον Αίπυτο το αρχοντόπουλο που σκοτώθηκε στο κυνήγι κι από τον καημό του ο πατέρας του έκανε τον τάφο του σε μια σπηλιά κι έβαλε μέσα ένα άγαλμα χρυσό με το παληκάρι, τα άλογα, τα σκυλιά του και το φίδι που τον δάγκασε με ευχή και κατάρα κανείς να μη βρει ποτέ τον τάφο και να ανησυχήσει το γιό του. Μπουχός….το βαλα στα πόδια !
—Σα ��ε βρήκανε ο πατέρας μου κι οι άλλοι χωριανοί δε μίλαγα-δε μπόραγα .Τρόμαξε ο έρμος και τη γλίτωσα για τα γίδια. Σα του είπα την άλλη μέρα τι έγινε, με σήκωσε άρρωστο όπως ήμουν απ΄ το κρύο να πάμε στη σπηλιά. Πήγαμε μα η κόχη δεν ήτανε πουθενά ,βρήκαμε μόνο το σκυλί και τα πράματα . Ψάξαμε , ψάξαμε μα τίποτε…θες η κατάρα το κουκούλωσε πάλι μέσα στο βουνό….΄΄
(Ιστορία που μου διηγόταν η συχωρεμένη η γιαγιά μου όταν ήμουν μικρός).
—Άμα ρωτήσεις στο καφενείο κανά γέροντα θα σου αποκριθεί πως είναι ιστορίες που λέγαν τα παλιά τα χρόνια στα παιδάκια, μα αν είσαι τυχερός μπορεί να δεις σε κάποιο σπίτι κάποιο ενθύμιο από επίσκεψη στον τύμβο του Αίπυτου.
—Ίσως το έχει η περιοχή στα σπλάχνα της-στην ψυχή της , το να μπερδεύει ιστορίες και να υφαίνει περίπλοκα σχέδια μπερδεύοντας το μύθο με την ιστορία, αφήνοντας βαθιές και σκοτεινές αυλακιές στη γη σα τις καταβόθρες- που λέγεται πως έφτιαξε ο Ηρακλής για να ξεράνει το έλος που δημιουργούσαν οι ποταμοί Όλβιος και Δόξας και μάστιζαν τη Στυμφαλία και τη γενέτειρα της προμάμης του της Λαονόμης, το Φενεό.
—Η κρύπτη του Αίπυτου είναι χωμένη στη γη, σα τις καταβόθρες αυτές που οδηγούν στον Άδη και λέγεται πως διάβηκε η Δήμητρα στη λαχτάρα της για να βρει τη μονάκριβή της Περσεφόνη. Μια κρύπτη, μυστικό άντρο σα του Αίπυτου που αποκαλύπτεται σε λίγους προξενώντας δέος και φόβο σαν άρρητο μυστικό ψιθυρισμένο στα μυστήρια της Κιδαρίας Δήμητρας που λατρευόταν στην περιοχή σύμφωνα με τον Παυσανία.
—Μπορεί πάλι να είναι τερτίπια και σκανταλιές του Ερμή, από όταν ήρθε –μωράκι- στην περιοχή της Ευρωστίνης για να κρυφτεί από το θυμό του Απόλλωνα –όταν του ΄κλεψε τα βόδια από τη Θεσσαλία- κι έφτιαξε τη λύρα μ΄ ένα καύκαλο χελώνας και τα νεύρα ενός βοδιού. Μη τάχα Αίπυτος δεν ήταν και ένα από τα επίθετα του Ερμή του Τεγεάτη?
—Τόπος με μαγεία και μυστήριο όπου θεοί και ήρωες σημαδεύουν κάθε πέτρα.
Ο Αίπυτος ο Ελάτου ήταν ο 6ος βασιλιάς της αρχαίας Αρκαδίας. Ήταν γιος του Έλατου, εγγονός του Αζάνα , απόγονος του Πελασγού και του Λυκάονα.. Αδέλφια του ήταν ο Περέας, ο Κυλλήνας, ονοματοδότης του όρους Κυλλήνη, ο Ισχύνος και ο Στύμφαλος , ονοματοδότης της Στυμφαλίας. Ο Αίπυτος πέθανε στο κυνήγι από το δάγκωμα φιδιού. Το όνομα αυτού του φιδιού ήταν Σηψ (σαπίτης) και όπως αναφέρει ο Παυσανίας όταν πέρασε από εκεί είδε τον τάφο του. Διαδέχτηκε στον Αρκαδικό θρόνο τον ξάδελφο του Κλείτωρα αφού δεν είχε απογόνους. Γιος του ήταν ο Άλεος ο οποίος και τον διαδέχτηκε . Σύμφωνα με τον Πίνδαρο ο Αίπυτος είχε το παλάτι του δίπλα στον Αλφειό και φιλοξένησε την Πιτάνη μέχρι να γεννήσει την Ευάδνη τον καρπό του παράνομου ερωτά της με τον Ποσειδώνα. Όπως μας πληροφορεί ο Παυσανίας ο τάφος του είναι στο όρος Κυλλήνη .
…Ἐλάτῳ δέ φασιν εἶναι πέντε, Αἴπυτον Περέα Κυλλῆνα Ἴσχυν Στύμφηλον
Κλείτορι δὲ τῷ Ἀζᾶνος οὐ γενομένων παίδων, ἐς Αἴπυτον Ἐλάτου περιεχώρησεν ἡ Ἀρκάδων βασιλεία: τὸν δὲ Αἴπυτον ἐξελθόντα ἐς ἄγραν θηρίων μὲν τῶν ἀλκιμωτέρων οὐδέν, σὴψ δὲ οὐ προϊδόμενον ἀποκτίννυσι. τὸν δὲ ὄφιν τοῦτον καὶ αὐτός ποτε εἶδον: κατὰ ἔχιν ἐστὶ τὸν μικρότατον, τέφρᾳ ἐμφερής, στίγμασιν οὐ συνεχέσι πεποικιλμένος: κεφαλὴ δέ ἐστιν αὐτῷ πλατεῖα καὶ τράχηλος στενός, γαστέρα δὲ ἔχει μείζονα καὶ οὐρὰν βραχεῖαν: βαδίζει δὲ οὗτός τε καὶ ὄφις ἕτερος ὁ κεράστης καλούμενος ἐνδιδόντες ἐς τὰ πλάγια, ὥσπερ οἱ καρκίνοι. μετὰ δὲ Αἴπυτον ἔσχεν Ἄλεος τὴν ἀρχήν.
XVII. μετὰ δὲ τοῦ Αἰπύτου τὸν τάφον ὄρος τε ὑψηλότατον ὀρῶν τῶν ἐν Ἀρκαδίᾳ Κυλλήνη καὶ Ἑρμοῦ Κυλληνίουολλ
(Παυσανία- Αρκαδικά)
—Η αληθινή ιστορία χάνεται μέσα στην αχλή του χρόνου κι ο μύθος είναι σαν παιχνίδισμα που κάνει το φως στο νερό, μαγεύοντας τις αισθήσεις μα μην αφήνοντας να ξεδιακρίνεις καθαρά τι υπάρχει κάτω. Που και που μέσα από ένα ίσκιο σε ένα δέντρο , ένα κελάρυσμα στο ��εφαλόβρυσο, ο Αίπυτος κρυφοκοιτά τι κάνουν οι απόγονοι του πριν επιστρέψει στην γαλήνη του. Σύμφωνα με τον μύθο, τάφηκε με πολλές τιμές και άφθονα πλούτη σε μια περιοχή του Γεροντίου όρους, σ΄ένα τύμβο τον οποίο είδε όπως αναφέρει ο Παυσανίας μα ακόμα και σήμερα αναζητείται από αρχαιολόγους και τυχοδιώκτες.
Σπύρος Κόλλιας.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *


Διαβάστε επίσης

Κατακλυσμός

Διάφορες παραδόσεις αναφέρουν ότι στα παλιά χρόνια είχαν γίνει μεγάλοι κατακλυσμοί.Οι κατακλυσμοί…

Τον καιρό που οι άνθρωποι ζούσαν μαζί με τους Θεούς.

Καθώς αφηγείται ο Ησίοδος(Έργα και Ημέρες), οι άνθρωποι ζούσαν ευτυχισμένοι, μαζί με τους Θεούς,…

ΥΠΗΡΞΑΝ ΟΙ ΓΙΓΑΝΤΕΣ? ΓΡΑΦΕΙ Ο ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ

Ο Σερτώριος μάλιστα ξέχασε τον τάφο του Ανταίου , επειδή δεν πίστευε όσα του έλεγαν οι βάρβαροι…