Skip to main content

Ο ΦΟΝΟΣ ΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΟΥ ΝΑΥΤΗ ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ ΠΟΥ ΑΝΑΣΤΑΤΩΣΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Του Στέφανου Μίλεση

Είναι Νοέμβριος του 1902, όταν καταφτάνει στο λιμάνι του Πειραιά, το γερμανικό πλοίο “Λορελάϋ”, μια πλωτή φυλακή, που η γερμανική πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης
χρησιμοποιούσε αποκλειστικά για τους δικούς της στρατιώτες. Η γερμανική υπερηφάνεια δεν θα άφηνε ποτέ Γερμανούς υπηκόους και ειδικά στρατιώτες, έγκλειστους σε φυλακές Οθωμανών. Όμως το “Λορελάϋ” χρειάστηκε επισκευή, έτσι κατέφτασε στο μεγάλο πειραϊκό λιμάνι, καθώς αυτή θα αναλάμβανε το ναυπηγείο του Βασιλειάδη. Συνεπώς το πλοίο όφειλε να «δέσει» εκεί που πέφτουν τώρα τα Κρητικά, στον Άγιο Διονύση. Τότε στην περιοχή εκείνη ήταν μόνο καρνάγια για καΐκια και για βάρκες. Το μόνο που υπήρχε ήταν το πρώτο νεκροταφείο του Πειραιά, του Αγίου Διονυσίου! Ο Πειραιάς φάνταζε μακρινός, εκεί που είχε “πέσει” το γερμανικό πλοίο. Κάθε πρωί ανέβαιναν στο πλοίο τα συνεργεία του Βασιλειάδη που μαζί με το πλήρωμα του σκάφους εργάζονταν μέχρι το απόγευμα. Η αποχώρηση των Ελλήνων εργατών, σήμανε και την αποχώρηση του πληρώματος, καθώς οι Γερμανοί που ήταν ναυτολογημένοι δεν ήθελαν να βρίσκονται σε λιμάνι και να είναι απομονωμένοι σε ένα σημείο σχεδόν έρημο και ακατοίκητο με μόνη συντροφιά το νεκροταφείο! Έτσι άφηναν κάθε βράδυ δύο σκοπούς και όλοι οι υπόλοιποι είχαν μεταφερθεί σε ένα σπίτι που τους είχε παραχωρήσει ο Δήμος Πειραιά κοντά στον Άγιο Νικόλαο. Στην αντίθετη δηλαδή άκρη του λιμανιού! Ξαφνικά το πρωινό της 3ης Νοεμβρίου, σαν πυρκαγιά εξαπλώθηκε η είδηση στο λιμάνι. Σκότωσαν τους φρουρούς και έκλεψαν το χρηματοκιβώτιο του πλοίου! Πολύς κόσμος έτρεξε τότε προς τον Άγιο Διονύσιο, όπου στο μεταξύ είχε καταφτάσει ο Πρόξενος της Γερμανίας στον Πειραιά Θωμάς Ρώτ και πολλοί αστυνομικοί. Ήδη ένας Ρώσος βουτηχτής ερευνούσε το βυθό γύρω από το πλοίο, καθώς υπήρχε η ιδέα ότι οι ληστές αφού πήραν τα χρήματα, πέταξαν το χρηματοκιβώτιο στην θάλασσα. Αντί όμως του χρηματοκιβωτίου ο βουτηχτής βρήκε σκοτωμένο τον έναν από τους δύο φρουρούς, το ναύτη Μπρίτσκι. Ο άλλος ναύτης ο Κόχλερ δεν είχε βρεθεί. Στο μεταξύ κυκλοφόρησαν και τα πρώτα παραρτήματα των εφημερίδων που μετέδιδαν πως οι Γερμανοί είχαν προβεί σε υβριστικούς χαρακτηρισμούς κατά των Ελλήνων. Ισχυρίζονταν πως εκτός από χρήματα εντός του χρηματοκιβωτίου υπήρχαν και διπλωματικά έγγραφα μεγάλης αξίας για τον ίδιο τον Κάιζερ. Οι έρευνες συνεχίζονταν μέχρι το μεσημέρι και αργά το απόγευμα, όταν σχεδόν λίγο πριν σκοτεινιάσει βρήκαν το χρηματοκιβώτιο πεταμένο ανάμεσα σε κάποιους βράχους της έρημης τότε Πειραϊκής χερσονήσου. Δίπλα στο σπασμένο χρηματοκιβώτιο ήταν παρατημένη μια από τις βάρκες του πλοίου! Πολλές φορές έχω περιγράψει σε παλαιότερα άρθρα μου, το απόκοσμο της Πειραϊκής που φιλοξενούσε μόνο χασικλήδες και κακοποιά στοιχεία στις σπηλιές της. Άνθρωπος δεν τολμούσε να απομακρυνθεί από την Έπαυλη του Σκουλούδη (σημερινό αντικαρκινικό νοσοκομείο “Μεταξά”) και να προχωρήσει παραπέρα. Από του Σκουλούδη μέχρι τη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, εκείνος που θα τολμούσε να διαβεί πεζός όλο αυτό το μήκος της ακτογραμμής, μάλλον επιθυμούσε την αυτοκαταστροφή του. Ακόμη και οι αρχές όταν έπρεπε να επέμβουν, προσέγγιζαν δια θαλάσσης με ατμάκατο το σημείο που ήθελαν να φτάσουν. Έτσι και τότε όλοι οι δημοσιογράφοι είχαν μισθώσει και από μια βάρκα του λιμανιού και έκοβαν περατζάδες κατά μήκος της Πειραϊκής. Εκείνα τα έξοδα, τα χρέωναν τους εργοδότες τους, ως “βαρκαδιάτικα”! Καθώς λοιπόν ο Κόχλερ, ο δεύτερος ναύτης του πλοίου, δεν είχε βρεθεί ούτε ζωντανός, ούτε πεθαμένος και δεδομένου ότι η βάρκα ήταν του πλοίου, οι αστυνομικοί ήταν σχεδόν σίγουροι πως ο Κόχλερ ήταν ο δράστης τόσο του στυγερού εγκλήματος, όσο και της αρπαγής του χρηματοκιβωτίου, καθώς ως μέλος του πληρώματος, θα γνώριζε την ύπαρξη χρηματοκιβωτίου, την θέση του και την ώρα που έπρεπε να δράσει. Στο μεταξύ οι Γερμανοί αφού παρέλαβαν το πτώμα του άλλου άτυχου ναύτη, από το Ζάννειο Νοσοκομείο, το είχαν εκθέσει σε δημόσια θέα, πάνω στα σκαλιά της εκκλησίας του Αγίου Διονυσίου, προκειμένου να “διευκολύνουν” τάχα τη φωτογράφιση από τους δημοσιογράφους. Σκοπός τους ήταν να διασύρουν την ελληνική κοινωνία, καθώς όπως ήδη αναφέραμε, κατηγορούσαν τους πάντες για το φόνο και την αρπαγή. Μάταια η Πριγκίπισσα Σοφία προσπαθούσε να μεσολαβήσει για να τους κατευνάσει. Ο Κυβερνήτης της πλωτής φυλακής απαντούσε διαρκώς: “Οι ναύτες μου είναι Γερμανοί!” εννοώντας πως αυτό και μόνο ήταν εγγύηση ώστε να απαλλαχτούν από κάθε υποψία. Μάλιστα ο Κυβερνήτης της πλ��τής φυλακής επικήρυξε και τους δράστες δημοσιεύοντας στην Ακτή Μιαούλη την προκήρυξη που έγραφε με τεράστια γράμματα την αμοιβή των 1.000 χρυσών φράγκων! Μάλιστα είχε ενημερωθεί και ο ίδιος ο Γερμανός αυτοκράτορας ο Κάιζερ! Και ενώ είχαν περάσει δύο και παραπάνω ημέρες από το έγκλημα, οι φήμες εναντίον της Ελ-λάδας είχαν οργιάσει και ο Κόχλερ δεν είχε ακόμη βρεθεί. Την ημέρα εκείνη το πρωί τρεις άνδρες φίλοι μεταξύ τους, ανέβαιναν με τον τροχιόδρομο από το Νέο Φάληρο προς τις Τζιτζιφιές. Καθόντουσαν ο ένας δίπλα στον άλλο με τον μεσαίο να έχει διάπλατα ανοιγμένη την εφημερίδα με τις υποψίες τ��ς αστυνομίας. Επρόκειτο για τους Βρέτταρο, Μανούσο Καναβαράκη και Δημήτριο Σαούτη. Ο πρώτος ήταν υπάλληλος, ο δεύτερος επιλοχίας του πυροβολικού και ο τρίτος υπηρετούσε την θητεία του ως Εύζωνας. Την εποχή εκείνη Εύζωνες εκτελούσαν υπηρεσία και σε αστυνομικά φυλάκια όταν η δύναμη δεν επαρκούσε. Μιλούσαν διαρκώς και οι τρεις τους για κάποιον παράξενο άνδρα, που δεν είχε ελληνικά χαρακτηριστικά και που τον τελευταίο καιρό, τριγυρνούσε στις Τζιτζιφιές. Και ξαφνικά ενώ έλεγαν αυτά, είδαν τον άνδρα εκείνο να περπατά δίπλα στις γραμμές του Τραμ! Τότε ο Εύζωνας Δημήτρης Σαούτης ακινητοποιεί τον άνδρα εκείνο που δεν ήταν άλλος, παρά ο Γερμανός ναύτης Κόχλερ, που αμέσως ομολόγησε τον φόνο του συναδέλφου του και την αρπαγή των χρημάτων του χρηματοκιβωτίου. Αργότερα όταν οι Γερμανοί έμαθαν για την σύλληψη ήθελαν να προσφέρουν τα λεφτά της επικήρυξης στον Έλληνα Εύζωνα. Τον κάλεσε στο γραφείο του στην Ακτή Μιαούλη ο Θωμάς Ρώτ και είχε έτοιμα πάνω στο γραφείο του 1000 χρυσά φράγκα! Όμως ο Δημήτρης Σαούτης από τη Θουρία των Καλαμών, είπε: “Να τα βράσουνε και να τα φάνε τα λεφτά τους οι Γερμανοί! Εγώ ποτέ δεν θα δεχτώ λεφτά από ανθρώπους που βρίζουνε την Ελλάδα!” Τέτοιοι ήταν οι Έλληνες τότε. Δεν ήθελαν τίποτα από ξένους που τους απαξίωναν. Όταν ο Κόχλερ αργότερα μεταφέρθηκε στον Πειραιά ήρθε αντιμέτωπος με 5000 και πλέον Πειραιώτες που είχαν συγκεντρωθεί για να τον αποδοκιμάσουν. Σαν από έργο Θείας Δικαιοσύνης την ίδια στιγμή γινόταν η κηδεία του θύματος, του ναύτη Μπρίτσκι. Το ελληνικό γόητρο αποκαταστάθηκε. Τα γεγονότα του Πειραιά γρήγορα ξεχάστηκαν καθώς ευθύς αμέσως κυριάρχησαν οι διαδηλώσεις και οι συμπλοκές των βουλευτικών εκλογώ�� του 1902, που έφεραν τον Δεληγιάννη πρωθυπουργό. Γράφει ο ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΜΙΛΕΣΗΣ Ο φόνος του Γερμανού ναύτη στον Πειραιά που αναστάτωσε την Ελλάδα [28] Πέμπτη 28 Μαρτίου 2019 Κ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *


Διαβάστε επίσης